Η βροχή γλύστρησε απ' τα σύννεφα
και βγήκαμε στα μπαλκόνια να την δούμε
Τα κάγκελα ντύνουν τα χέρια μας
Βλέπω τα λουλούδια φαγωμένα
Και τις γλάστρες σπασμένες με χώματα γύρω
Κανείς δεν το κατάλαβε, σίγουρα
Και εντάξει για τα ισόγεια
Όμως πως τα κατάφεραν στα ψηλότερα μπαλκόνια;
Σκαρφάλωσαν, κάρφωσαν τα νύχια τους στον τοίχο;
Ξαναμπαίνουμε στο σαλόνι να κάτσουμε
(ωραία το έχεις φτιάξει και το διατηρείς –
εγώ αφήνω την αταξία να εγκατασταθεί –
χαρτάκια, μπλοκ, ποιήματα, εφημερίδες,
περιοδικά, παλιές φωτογραφίες κ.λπ)
Στεναχωρήθηκες για τις γλάστρες
Θα αγοράσεις αύριο λουλούδια
Έτσι όπως ξαπλώνουμε μην τρίζεις στον καναπέ, μην μουρμουράς.
Το καλό με τις ασπρόμαυρες ταινίες και φωτογραφίες.
Μπορώ να διαλέγω όποια χρώματα θέλω ή, και αυτό είναι το καλύτερο, να μη διαλέξω κανένα απολύτως και να αφήσω την εικόνα όπως είναι. Μπορώ να έχω στο μυαλό μου ταυτόχρονα πολλές εκδοχές της εικόνας και να διαλέξω αυτή που μου ταιριάζει καλύτερα κι αν δεν μ' αρέσει καμία να φτιάξω κι άλλες. Μπορώ να προσθέτω διαφορετικά πράγματα ή, να αποφασίσω ότι υπάρχουν μαύρα κουκλόσπιτα και καναρίνια με τέσσερα φτερά. Πως το μυαλό τρέχει ακατάβλητο, χωρίς διακοπή, ακούραστο για τόσα πολλά χρόνια; Κλείνουμε οριστικά (σαν οργανισμός ή σαν μηχάνημα) μία φορά και μόνο κατά την διάρκεια του ύπνου, η λειτουργία μας μειώνεται στο 25%, αν θυμάμαι καλά. Ή λιγότερο.
Συγγραφή / Αφήγηση
5.12.08
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου